Το ποίημα ξεκινάει από το μέρα θερινή..
Της Μάγδας Τσαλιαγκού
Αύριο ξημερώνει πένθιμη μέρα, “ξημερώνουν” αναμνήσεις, εικόνες που λόγια δεν χωρούν.. Η μέρα που η ιστορία της Ελλάδας δεν θα ξεχάσει..
Ας μην αναρτήσω αρνητικότητα, το ευχαριστώ λοιπόν, είναι το λιγότερο που θα μπορούσαμε να πούμε σε όλους όσους έδωσαν ένα κομμάτι του εαυτού τους να βοηθήσουν, να είναι άνθρωποι και με τον τρόπο τους να μας απαλύνουν τις πληγές..
Οι εικόνες εκείνης της μέρας κυρίως, αλλά και των ημερών που ακολούθησαν, προσπαθούν να θαφτούν στο μυαλό μου..
ίσως δεν μπορώ ή δεν θέλω να τις δεχτώ..
Παρόλα αυτά όμως δεν σας ξεχνώ, δεν σας ξεχνάμε όσο ψηλά και αν είστε.. Οι ψυχές σας θα είναι πάντα ένα κομμάτι της καρδιάς μας..
δεν χωράνε λόγια, δεν χωράνε συζητήσεις.. Μόνο σεβασμό! Έτσι, με αφορμή την αυριανή μέρα, θέλω να αναρτήσω το ποίημα μου, που βγήκε αβίαστα από μέσα μου τελειώνοντας το σε λίγα λεπτά, ως προς ΤΙΜΗ σε εσάς, σε εκείνον, σε όλους που νιώσαμε τον φόβο και μετά τον πόνο. Μέρα θερινή. Μεσημέρι, όταν σηκώθηκαν οι πρώτοι καπνοί. Απόγευμα, όταν ακούστηκαν οι πρώτες κραυγές. Βράδυ, όταν κύλησαν τα πρώτα δάκρυα.
Γιατί ;
Το βράδυ εκείνο, είδα δυο μάτια κόκκινα. Κόκκινα σαν την φωτιά της 23ης. Κόκκινα σαν την φωτιά που έκαιγε μέσα μου μέχρι να σε αντικρίσω. Στην αρχή, ανακούφιση. Μετά φόβος, πανικός, δάκρυα.
Που είστε ;
Σας ψάχνουμε, σας φωνάζουμε.
Γιατί ;
Η στάχτη της επόμενης μέρας σκέπασε τα πάντα, όπως το χιόνι τα λουλούδια. Αλλά δεν ήταν άσπρη. Ήταν μαύρη, σαν μαύρο πέπλο.
Γιατί;
Ακόμα καίει η φωτιά. Ακόμα αυτή η κόκκινη. Δεν πήρε το πέπλο ούτε ο αέρας, ούτε η βροχή, ούτε ο χρόνος. Για εσάς τα λουλούδια ένα συγνώμη. Για εσάς τα κόκκινα μάτια, μου ένα ευχαριστώ. Για εσένα που κουβαλάς αυτό το βαρος της ευθύνης.
Γιατί ;