Γράφει ο Διονύσιος Π. Βορίσης
Αντιστράτηγος Π.Σ. ε.α.
Δασολόγος
Διδάκτωρ του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π.
τ. Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Αποστράτων Πυροσβεστικού Σώματος
Σκέψεις που μου έρχονται μετά από την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι και αφού έχουν αρχίσει να σβήνουν σιγά σιγά τα φώτα της δημοσιογραφικής προβολής του θέματος είναι οι τρόποι αποφυγής ανάλογων περιστατικών. Τι πήγε στραβά και θρηνήσαμε τόσα θύματα; Διαβάσαμε ή είδαμε στις ειδήσεις για την ύπαρξη μοντέλων που θα πρόβλεπαν την καταστροφή κάποια ώρα πριν, για εντολές που δόθηκαν ή δεν δόθηκαν και άλλα πολλά, μερικά σωστά, μερικά υπερβολικά ή και κάποια λανθασμένα.
Δεν θα γράψω για το τι έγινε ή δεν έγινε σωστά, γιατί έχει χυθεί πολύ μελάνι για αυτό και έχει αφιερωθεί πολύς τηλεοπτικός χρόνος και τέλος είναι ένα θέμα υπό δικαστική διερεύνηση. Το πρόβλημα είναι τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα για να μην έχουμε μια καινούρια “Αρτέμιδα” ή ένα καινούριο “Μάτι”.
Το φαινόμενο των δασικών πυρκαγιών είναι ευρύτατα διαδεδομένο στην χώρα μας όπως και σε πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη μας. Το μεσογειακό δάσος, που επικρατεί στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, προέρχεται από τις δασικές πυρκαγιές, αναγεννάται με αυτές και χωρίς αυτές θα πάψει να υπάρχει. Τι θα μπορούσε όμως να γίνει για την αντιπυρική θωράκιση των κατοικιών και των οικισμών που είναι ευάλωτοι από δασικές πυρκαγιές.Είναι γνωστό ότι κάθε κτίριο που βρίσκεται στην πορεία μιας δασικής πυρκαγιάς απαιτεί δύο τουλάχιστον πυροσβεστικά οχήματα για την προστασία του, αριθμός που είναι συνήθως αδύνατον να βρεθεί. Σίγουρα μια καλά εξοπλισμένη, εκπαιδευμένη και στελεχωμένη Πυροσβεστική Υπηρεσία μπορεί να προσφέρει πολλά στην αντιμετώπιση του προβλήματος αλλά είναι επίσης γνωστό ότι όλα τα συστήματα έχουν κάποιο όριο. Η πρώτη πυρκαγιά αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά, η δεύτερη, η τρίτη, η τέταρτη… υπάρχει όμως κάποιος αριθμός, ανάλογος του διατιθέμενου εξοπλισμού, του ανθρώπινου δυναμικού και της εκπαίδευσής του που είναι αδύνατον να αντιμετωπισθούν και το σύστημα καταρρέει. Μεγαπυρκαγιές (megafires) είναι αυτό που λέει και η λέξη πυρκαγιές τέτοιου μεγέθους που η καταστολή τους είναι αδύνατη όσα μέσα και αν διαθέτουμε. Οι μεγαπυρκαγιές γίνονται όλο και πιο συχνές σαν αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, του άναρχου τρόπου δόμησης (αυθαίρετα, κακή πολεοδόμηση), της εγκατάλειψης της υπαίθρου με αποτέλεσμα την αύξηση της καύσιμης ύλης και της δραματικής μείωσης των διατιθέμενων πιστώσεων για την πρόληψη και καταστολή των πυρκαγιών. Επίσης η Πυροσβεστική είναι, συνήθως, πρακτικά αδύνατο να προστατεύσει μεμονωμένα κτίρια ή εγκαταστάσεις μέσα σε δάσος ή δασική έκταση.
Ξεκινώντας την προσπάθεια να βρούμε τρόπους για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού θα πρέπει να αναφερθούμε σίγουρα στην εκπαίδευση.
Η εκπαίδευση αυτή θα πρέπει να ξεκινά από την προσχολική ηλικία και να επεκτείνεται δια βίου για το πώς θα πρέπει να δράσουμε και να συμπεριφερθούμε σωστά τόσο για την αποφυγή της έναρξης όσο και όταν μια δασική ή μεγάλη αγροτική πυρκαγιά μας απειλεί. Στην χώρα μας εκπαίδευση στον τομέα αυτό δεν υπάρχει, αν εξαιρέσουμε μερικά ευκαιριακά τηλεοπτικά σποτάκια τους καλοκαιρινούς μήνες, που μόνο εκπαίδευση δεν μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε.
Το επόμενο βήμα είναι ο σωστός σχεδιασμός. Ο σωστός σχεδιασμός γίνεται σε τρία επίπεδα το κεντρικό, το τοπικό και το προσωπικό.
Ο κεντρικός σχεδιασμός είναι έργο της Δημόσιας Διοίκησης δια μέσω των αρμοδίων υπηρεσιών πρόληψης και καταστολής των δασικών πυρκαγιών (Πολιτική Προστασία, Πυροσβεστική Υπηρεσία, Δασική Υπηρεσία, ΚΕΔΚΕ κ.α.). Μέσω του σχεδιασμού αυτού γίνεται η κατανομή μέσων, πόρων και ανθρώπινου δυναμικού ανάλογα με με την επικινδυνότητα (τρωτότητα) της κάθε περιοχής. Περαιτέρω καθορίζεται η κατανομή αυτών στους κύριους τομείς της εκπαίδευσης, της πρόληψης και της καταστολής.
Και εδώ θα πρέπει να επισημανθεί η σχεδόν παντελής έλλειψη των απαιτούμενων πιστώσεων. Λεφτά υπάρχουν μόνο για τα ιδιωτικοποιημένα φιλέτα της δασοπυρόσβεσης (αεροπυρόσβεση). Η απαιτούμενη πρόληψη περιορίστηκε, δυστυχώς, σε λίγα χρήματα για μια στοιχειώδη συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου και η καταστολή των δασικών πυρκαγιών βασίζεται στον κακοπληρωμένο πατριωτισμό των πυροσβεστών.
Ο τοπικός είναι αρμοδιότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε συνεργασία με τις τοπικές αρμόδιες υπηρεσίες (δασαρχείο, τοπικό πυροσβεστικό σταθμό κ.α.) και θα πρέπει να εκπονείται σε επίπεδο κάθε οικισμού που είναι ευάλωτος σε ενδεχόμενη πυρκαγιά. Για κάθε οικισμό θα πρέπει να γίνεται μελέτη επικινδυνότητας (risk assessment) και να ακολουθεί η μελέτη της διαχείρισης του κινδύνου (risk management).
Δηλαδή ο τοπικός σχεδιασμός θα πρέπει να περιλαμβάνει το είδος και την πιθανότητα του κινδύνου, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες (βλάστηση, τοπογραφία, κλιματολογικά δεδομένα κ.α.), τις διόδους διαφυγής, τα σημεία συγκέντρωσης, και τα πιθανά σενάρια έναρξης και εξάπλωσης της πυρκαγιάς.
Ο σχεδιασμός αυτός θα πρέπει να αναλύεται ώστε να γίνει κτήμα του πληθυσμού που αφορά, χωρίς να ζητηθεί από αυτούς, με διάφορους τρόπους και τεχνικές (π.χ. συγκεντρώσεις, διανομή φυλλαδίων κ.α.). Ο τοπικός σχεδιασμός θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει και τον σχεδιασμό, την μελέτη και την υλοποίηση έργων που θα μειώσουν την τρωτότητα της περιοχής.
Τέλος ο προσωπικός σχεδιασμός είναι αυτός που θα πρέπει να κάνουμε όλοι μας στην οικογένειά μας. Πού θα βρεθούμε μετά όταν δεν θα μπορούμε να πάμε στο σπίτι μας και τα κινητά δεν θα λειτουργούν λόγω υπερφόρτωσης του δικτύου; τι θα γίνει με τα μέλη της οικογενείας που λόγω ηλικίας ή κινητικών προβλημάτων η μετακίνησή τους είναι δύσκολη; κ.α. Ο προσωπικός σχεδιασμός θα πρέπει να βασίζεται στον Τοπικό εξειδικεύοντάς τον.
Όσον αφορά την εκκένωση μιας περιοχής, βασική αρχή είναι, αυτή να διατάσσεται πολύ νωρίς ή να μην διατάσσεται καθόλου. Οι βασικοί κανόνες που πρέπει να ακολουθούνται είναι:
- Να μην επιχειρήσουμε την εγκατάλειψη του χώρου εκτός εάν η δίοδος διαφυγής είναι πλήρως εξασφαλισμένη. Η πιθανότητα επιβίωσης σε ένα οικοδόμημα κατασκευασμένο από σχετικά άφλεκτα υλικά είναι μεγάλη ενώ αντίθετα είναι μικρή μέσα σε αυτοκίνητο το οποίο ευρίσκεται μέσα σε καπνούς ή σε φλόγες. Ακόμα και αν το κτίσμα τελικά καταστραφεί ο χρόνος που απαιτείται για να περάσει η φωτιά και οι καπνοί από το εξωτερικό στο εσωτερικό του κτιρίου, συνήθως, αρκεί για να έχει περάσει η πυρκαγιά οπότε και είναι ασφαλές να βγούμε έξω.
- Για τη διαφυγή θα πρέπει να επιλέξουμε μία διαδρομή η οποία δεν θα επηρεαστεί από τη θερμότητα ή τους καπνούς καθ’ όλη τη διάρκεια της διαφυγής. Σαν χρόνο διαφυγής θα πρέπει να υπολογίσουμε το διπλάσιο έως τριπλάσιο από το συνήθως απαιτούμενο. Κατά τη διαφυγή οδηγούμε ήρεμα και με μικρή σχετικά ταχύτητα.
- Εάν διαταχθεί εκκένωση περιοχής θα πρέπει να ακολουθηθούν πιστά οι οδηγίες και οι διαδρομές που δόθηκαν. Οδηγούμε ήρεμα και με μικρή σχετικά ταχύτητα.
- Όταν πλησιάσει η πυρκαγιά να καταφύγουμε στο εσωτερικό του σπιτιού κλείνοντας όλες τις χαραμάδες με βρεγμένα πανιά τα οποία διατηρούμε υγρά. Η ποσότητα των τοξικών καπνών μέσα σε ένα οικοδόμημα είναι μικρή ακόμα και μετά από μισή ώρα έκθεσης στους καπνούς.
-
- Μετά το πέρασμα της πυρκαγιάς σβήνουμε, εάν μπορούμε, αμέσως τις μικροεστίες που παραμένουν.
Ένα άλλο πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί είναι η κατασκευή των κτιρίων. Όπως ο αντισεισμικός κανονισμός επιβάλει την κατασκευή ενός κτιρίου ανάλογα με την επικινδυνότητα κάθε περιοχής, άλλα σίδερα θα βάλουμε σε ένα κτίριο στην Ζάκυνθο και άλλα σε ένα αντίστοιχο κτίριο στο Λαύριο, έτσι θα πρέπει η πυραντοχή ενός κτιρίου να διαφέρει ανάλογα με την περιοχή που κτίζεται.
Δεν είναι ίδιες οι απαιτήσεις για ένα κτίριο στα Κάτω Πατήσια, που δυστυχώς πρόκειται για μια περιοχή υποβαθμισμένη και τσιμεντοποιημένη 100%, με ένα κτίριο κτισμένο μέσα στο δάσος ή σε δασική έκταση. Μήπως εκτός από τον αντισεισμικό κανονισμό θα πρέπει να δημιουργηθεί και ένας “αντιπυρικός κανονισμός”; Ένα πυράντοχο εξωτερικό κέλυφος κτιρίου θα μπορούσε να μειώσει τις καταστροφές και πολύ περισσότερο τα θύματα από μια δασική πυρκαγιά.Η αντιπυρική προστασία ενός καινούριου κτιρίου είναι σχετικά εύκολη, με μικρή σχετικά αύξηση του κόστους, με την σωστή επιλογή των υλικών για το περίβλημα (κέλυφος) του κτιρίου. Για τα υφιστάμενα κτίρια μια εφικτή λύση θα μπορούσε να είναι η επιδοτούμενη αντιπυρική αναβάθμιση, κάτι όπως η ενεργειακή αναβάθμιση. Δυστυχώς όμως παρά τις δηλώσεις και τηλεοπτικές “κοκορομαχίες” των αστικών κομμάτων τίποτα ουσιαστικό δεν έχει γίνει ή έστω ακουστεί για την αντιμετώπιση των αιτιών που δημιούργησαν την καταστροφή στο Μάτι, την Αρτέμιδα, στην Εύβοια και τόσες άλλες περιοχές. Το θέμα πια είναι, αν συνεχίσουμε έτσι, όχι το αν θα ξανασυμβεί αλλά το πότε.Όταν για όλα τα προβλήματα φταίει ο “κακός καιρός”, ο “στρατηγός άνεμος” και η “ατομική ευθύνη” και όχι ότι όλα τα θέματα μπαίνουν στην “κλίνη του προκρούστη” της ανάλυσης κόστους ωφελιμότητας και της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων και των δανειστών. Όταν όλα όσα κατηγορούμε σαν αντιπολίτευση τα κάνουμε και με το παραπάνω σαν κυβέρνηση γιατί απλά εξυπηρετούμε τα ίδια συμφέροντα. Με τις συνθήκες αυτές το σίγουρο συμπέρασμα είναι ότι τίποτα το καλό δεν μπορεί να περιμένει ο λαός εκτός από αυτά που θα κερδίσει με τους αγώνες του.
- Πηγη:alt.gr