Τα δάση χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis) αποτελούν «οικοτόπους ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος» και προστατεύονται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 92/43. Πρόκειται για τον οικότοπο με κωδικό 9540: «Μεσογειακά πευκοδάση με ενδημικά είδη πεύκων της Μεσογείου», που αφορά τα θερμόφιλα πευκοδάση, τα οποία στις περιοχές εξάπλωσής τους απειλούνται από επαναλαμβανόμενες δασικές πυρκαγιές ανθρωπογενούς προέλευσης και από καταπατήσεις με σκοπό την οικιστική ή τουριστική εκμετάλλευση της γης.
Η χαλέπιος πεύκη (Pinus halepensis Mill.) είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό είδος των θερμών και ξηρών δασών της Μεσογείου. Με ιδιαίτερη διαμόρφωση κόμης και εξαιρετικά ανθεκτική στην ξηρασία και τους ισχυρούς ανέμους, φύεται ακόμη και σε σχισμές βράχων. Είναι άρρηκτα ταυτισμένη με το ελληνικό μεσογειακό καλοκαίρι, αφού απαντά συχνά κοντά στη θάλασσα, προσφέροντας τη σκιά και το άρωμα της, αποτελώντας συστατικό στοιχείο των παράκτιων τοπίων, όπως της Αττικής, της Κορινθίας, της Δυτικής Πελοποννήσου και της Χαλκιδικής. Τα δάση της χαλεπίου πεύκης ήταν σε παλαιότερες εποχές πολύτιμα για την παραγωγή ρετσινιού και ξυλείας που χρησιμοποιούταν στη ναυπηγική. Στις μέρες μας, το ρετσίνι εξακολουθεί να παράγεται, αλλά σε μικρότερες ποσότητες, ενώ η χρήση του ξύλου της έχει περιοριστεί σε άλλες χρήσεις. Σήμερα, το πιο πολύτιμο προϊόν είναι αναμφίβολα το πευκόμελο που παράγεται με τη «μεσολάβηση» ενός εντόμου που παρασιτεί στα δέντρα.
Χαλέπιος πεύκη: είδος φυσικά προσαρμοσμένο στο σκληρό μεσογειακό καλοκαίρι
Η χαλέπιος πεύκη διατηρεί ώριμα κλειστά κουκουνάρια που ανοίγουν αμέσως μετά από φωτιά δημιουργώντας μια «βροχή σπόρων» για να επιτευχθεί η φυσική αναγέννηση του δάσους. Επιπλέον, στην Ελλάδα, η μείωση βόσκησης και του ενδιαφέροντος για το ρετσίνι, επέτρεψε την ανάπτυξη πυκνού υπόροφου που κάνει τα δάση αυτά ιδιαίτερα ευάλωτα σε πυρκαγιές. Αυτά ώθησαν σε ατυχείς δημοσιογραφικές προσεγγίσεις και απλουστεύσεις που αποδίδουν στη χαλέπιο πεύκη ευθύνη για τις πυρκαγιές. Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Η χαλέπιος πεύκη με τα κλειστά της κουκουνάρια είναι μια από τις «απαντήσεις» της φύσης για την προσαρμογή των δασών στο πολύ ξηρό περιβάλλον που ευνοεί τις συχνές και μεγάλες πυρκαγιές. Είναι επίσης είδος που βοηθά άλλα, λιγότερο ικανά σε νεαρή ηλικία να αντέξουν την άμεση έκθεση στο ιδιαίτερα ξηρό και θερμό καλοκαίρι, να αναπτυχθούν.
Η ανάγκη προσαρμογής της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή, όπως και η ανάγκη ενίσχυσης του ρόλου των δασών στον μετριασμό των επιπτώσεών της, προκάλεσε μια αλματώδη ένταση της έρευνας για την αειφορική αξιοποίηση φυσικών πρώτων υλών μεταξύ των οποίων και των προϊόντων των δασών. Τα δάση χαλεπίου πεύκης δεν εξαιρέθηκαν από τις ερευνητικές προσπάθειες, δεδομένης της έκτασης που καταλαμβάνουν στην Ευρώπη, της ανάγκης διαχείρισής τους για να μειωθούν οι κίνδυνοι από τις πυρκαγιές και των δυνατοτήτων δημιουργίας βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων.
Με το ιδιαίτερο άρωμά του και τη μοναδική γεύση που προσδίδει στο διάσημο αττικό κρασί, το ρετσίνι της χαλεπίου πεύκης, αποτελεί πρώτη ύλη για πληθώρα προϊόντων της φαρμακευτικής και χημικής βιομηχανίας. Σήμερα και μετά την κάμψη της ζήτησης που γνώρισε ιδιαίτερα μετά το 1960, φαίνεται ότι ξαναβρίσκει το δρόμο του προς τις βιομηχανικές χρήσεις, αλλά και προς τη διατροφή. Πληθώρα ερευνών και τεχνολογικών εξελίξεων έχουν αυξήσει τη ζήτηση της πρώτης ύλης, κάτι που αναμένεται να ενταθεί όσο προχωρά η αντικατάσταση των προϊόντων πετρελαίου από άλλα φυσικά υλικά και την ανάπτυξη νέων χρήσεων στη μεταποίηση των τροφίμων. Παράδειγμα έργου που προωθεί τη χρήση του ρετσινιού είναι το Interreg Sudoe SUSTFOREST «Strategy and collaborative networks for multifunctionality, preservation and employment in Southern Europe through the extraction of resin» (www.sust-forest.eu). Πρόκειται για μία πρωτοβουλία των μετεχόντων στην αλυσίδα παραγωγής και επεξεργασίας του ρετσινιού της Νοτιοδυτικής Ευρώπης για την επίτευξη κάλυψης της ζήτησης σε πρώτη ύλη, για τη δημιουργία σταθερών και καλά αμειβομένων θέσεων εργασίας στην ύπαιθρο και την ανάδειξη της αξίας του ρετσινιού ως αειφορικά παραγόμενου προϊόντος, κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά. Από την Ελλάδα, χώρα με την υψηλότερη παραγωγή ρετσινιού στην Ευρώπη, στο έργο μετέχει η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας.
Στο παρελθόν, το ξύλο της χαλεπίου πεύκης χρησιμοποιήθηκε ευρέως στη ναυπηγική, καθώς το ρετσίνι αυξάνει την πλαστικότητα και την αντοχή του στο θαλασσινό νερό. Σύμφωνα με τα στοιχεία που διατηρεί η Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού , έχουν καταγραφεί ακόμα και σκόπιμες στρεβλώσεις των κορμών για την κατασκευή κατάλληλων ξύλινων μερών των σκαφών. Σήμερα, η χρήση του ξύλου της χαλεπίου πεύκης για τη ναυπηγική είναι περιορισμένη, δεδομένου και του πολύ μικρού αριθμού ξύλινων σκαφών που κατασκευάζονται. Ωστόσο, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες της Μεσογείου γίνονται προσπάθειες αξιοποίησης του ξύλου της, όπως αυτή που επιχειρείται στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου IMIP (Innovative Eco-Construction System Based on Interlocking Modular Insulation Wood & Cork-Based Panels) του προγράμματος Interreg Sudoe, με σκοπό τη δημιουργία ξύλινων κατασκευαστικών στοιχείων (panels) για κτήρια με τη χρήση ξύλου χαλεπίου πεύκης και παραθαλάσσιας πεύκης (Pinus maritima) και φελλού ως μονωτικού υλικού.
Για την Ελλάδα, η επανεκκίνηση της οικονομικής διαχείρισης των δασών της χαλεπίου πεύκης έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Θα συμβάλλει αποφασιστικά στη μείωση των κινδύνων μεγάλων δασικών πυρκαγιών σε θέσεις κοντά σε οικισμούς και δημόσιες υποδομές, ενώ θα δώσει την ευκαιρία εναλλακτικών και πιο ασφαλών θέσεων εργασίας σε περιοχές που σήμερα εξαρτώνται υπέρμετρα από τον τουρισμό. Ταυτόχρονα, θα διευκολύνει την άσκηση δραστηριοτήτων δασικής αναψυχής, αφού σήμερα τα δάση της χαλεπίου πεύκης, λόγω του πυκνού υπορόφου, είναι μάλλον αφιλόξενα για τον επισκέπτη.
Πηγή: dasarxeio.com