Οι ιδιαιτερότητες του πυροσβεστικού επαγγέλματος.
Το πυροσβεστικό επάγγελμα δεν είναι ένα οποιοδήποτε επάγγελμα. Αν όχι όλες, τις περισσότερες φορές, όχι απλά αγγίζει αλλά υπερβαίνει τα όρια του καθήκοντος.
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα της Μαντέλα Ι., Ψυχοθεραπεύτριας, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πυροσβεστική Επιθεώρηση: «Αναρωτιέμαι λοιπόν, τι είδους άνθρωποι είναι εκείνοι που αποφασίζουν να μπουν σε αυτό το επάγγελμα, και πώς ανταπεξέρχονται, όχι μόνο από πρακτικής άποψης αλλά και από ψυχολογικής, σε ένα επάγγελμα που σίγουρα έχει πολύ άγχος, πολύ αγωνία, πολύ θλίψη και οπωσδήποτε πολύ κούραση σωματική και όχι μόνο. Η απορία μου λοιπόν είναι πώς καταφέρνουν (οι πυροσβέστες) να έχουν μια φυσιολογική καθημερινότητα και οικογενειακή ηρεμία, οι άνθρωποι εκείνοι που κάθε μέρα έρχονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο, την καταστροφή και την απόγνωση;
Τι είναι αυτό το μαγικό που τους τονώνει; Τι τους δίνει δύναμη να ξεπερνάνε τα αξεπέραστα; Πως τα διαχειρίζονται όλα αυτά σε σχέση με τους ίδιους απλά και την οικογένεια τους; Ποιος είναι και πώς λοιπόν, είναι ο πυροσβέστης;
Σίγουρα όχι ένας ακόμα εργαζόμενος που απλώς θα ξυπνήσει το πρωί για τη δουλειά..». (Μαντέλα. 2008:40-41).
Οι ιδιαιτερότητες του πυροσβεστικού επαγγέλματος συνίστανται, συνοπτικά, στις ακόλουθες:
• Ο πυροσβέστης εκθέτει τη ζωή του σε κίνδυνο αρκετές φορές τη μέρα.
• Αντιμετωπίζει καθημερινά το ενδεχόμενο τραυματισμού έως και θανάτου, του ιδίου και των συναδέλφων του.
• Ενδεχομένως να γνωρίζει το θύμα ή τα θύματα στα συμβάντα, γεγονός που δυσχεραίνει την επέμβαση του. Άλλες πάλι φορές ταυτίζεται με τα θύματα και τις οικογένειες τους.
• Κάθε φορά ελπίζει για το καλλίτερο, περιμένει το χειρότερο.
• Αντιμετωπίζει τις πιο αντίξοες εργασιακές συνθήκες, δύσκολες να αντέξει ο ανθρώπινος οργανισμός.
• Επεμβαίνει σε συμβάντα όπου όλοι οι άλλοι φεύγουν.
• Πρέπει να διατηρεί ένα συνεχές επίπεδο ετοιμότητας και, σε περίπτωση συμβάντος, άμεσης κινητοποίησης και αναχώρησης από τον πυροσβεστικό σταθμό εντός ενός λεπτού από την αναγγελία του.
• Αντιμετωπίζει ακανόνιστες περιόδους έντασης και ώρες ανίας συνήθως διαδέχονται ξαφνικές κι απρόσμενες στρεσογόνες καταστάσεις.
• Υποχρεούται να λαμβάνει άμεσα σοβαρές αποφάσεις με ενδεχόμενες συνέπειες για τον ίδιο και τους συναδέλφους του αλλά και για το κοινωνικό σύνολο που καλείται να προστατέψει, υπό συνθήκες υπερβολικής πίεσης.
• Εργάζεται συνήθως σε κυλιόμενη βάρδια, με εργασία 48 ωρών την εβδομάδα.
• Ενδέχεται να αντιμετωπίζει ψευδείς συναγερμούς, ωστόσο, μέχρι να αποδειχτεί ότι πρόκειται για ψευδή αναγγελία, αντιμετωπίζει τα συμβάντα ως πραγματική κατάσταση κινδύνου.
• Αντιμετωπίζει, αρκετά συχνά, το φαινόμενο της θέσης σε επιφυλακή.
• Αρκετές φορές γίνεται δέκτης παραπόνων του κοινωνικού συνόλου, το οποίο ευρισκόμενο σε συνθήκες στρες, φόβου, πανικού, δεν έχει ξεκάθαρη αίσθηση του χρόνου επέμβασης ή του αποτελέσματος της ενέργειας των πυροσβεστών, ιδίως όταν υπάρχουν απώλειες, έστω κι αν έγιναν οι καλλίτερες δυνατές ενέργειες υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες.
• Με την άφιξη στο συμβάν αντιμετωπίζει ένα σύνολο ατόμων που απαιτούν να ενεργήσει ο ίδιος άμεσα ή προσπαθούν οι ίδιοι να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, θέτοντας σε μεγαλύτερο κίνδυνο τη ζωή των ήδη θυμάτων, τη δική τους και των πυροσβεστών, προσθέτοντας στους τελευταίους ένα καθήκον ακόμη.
• Οποιαδήποτε απώλεια σε συμβάν, ζωής ή περιουσιακή, βιώνεται πολλές φορές ως αποτυχία, ανεξάρτητα από το αν οι συνθήκες ήταν τέτοιες που να επέτρεπαν κάτι καλλίτερο ή όχι.
• Ειδοποιείται για κάθε συμβάν με ήχο κουδουνιού, που αντηχεί σε όλους τους χώρους της πυροσβεστικής εγκατάστασης, ώστε να γίνει αντιληπτό από τον οποιοδήποτε, σε τέτοια ένταση και τόνο,
οποιαδήποτε ώρα του 24ώρου, που, αφενός, είναι αδύνατο να μην γίνει αντιληπτό, αφετέρου, ο ήχος αυτός καθ’ αυτός προκαλεί ταραχή και κινητοποίηση.
• Απουσιάζει συνεχώς από το σπίτι με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει προβλήματα στις οικογενειακές, προσωπικές, συζυγικές και λοιπές σχέσεις του εξαιτίας των επιφυλακών, υπερωριών, ανακλήσεων ρεπό, αδειών κ.ο.κ.
• Βρίσκεται σε συνεχή κατάσταση αναμονής ακόμα και όταν είναι εκτός υπηρεσίας με ενδεχόμενο πάντοτε να συμβεί ένα γεγονός που θα τον αναγκάσει να επιστρέψει άρον – άρον στον πυροσβεστικό σταθμό.
• Βρίσκεται υπό έντονη ιεραρχική δομή.
• Εργάζεται και ζει σε ένα ομαδικό περιβάλλον και επεμβαίνει κατά ομάδες.
• Αντιμετωπίζει τον κίνδυνο σωματικών βλαβών λόγω της έκθεσης του σε ανθυγιεινές συνθήκες.
Δεν φαντάζει, λοιπόν, παράξενο που ο μέσος πυροσβέστης μειώνει τον κύκλο της ζωής του κατά πέντε χρόνια, όπως μαρτυρούν οι έρευνες. Αυτό οφείλεται στο στρες, στην κακή διατροφή, στις ακανόνιστες ώρες φαγητού, στον τρόπο του ύπνου, στις ιδιαίτερες συνθήκες που αντιμετωπίζουν στη δουλειά τους σε περιβαλλοντικούς και χημικούς κινδύνους, στους οποίους εκτίθεται κ.α. (Αηtonellis, 2005: 9).
α. Ετοιμότητα και άμεση κινητοποίηση
Η ετοιμότητα εν ώρα υπηρεσίας σημαίνει ότι ο πυροσβέστης θα πρέπει να διατηρεί συνεχώς ένα επίπεδο σωματικής και πνευματικής εγρήγορσης και επαγρύπνησης. Η ετοιμότητα, σε ώρα υπηρεσίας, προϋποθέτει τη διατήρηση σε άρτια κατάσταση του εξοπλισμού του, μηχανολογικού και ατομικού, οφείλει να γνωρίζει τη θέση και τον τρόπο λειτουργίας των εργαλείων, με τα οποία επεμβαίνει, και αφιερώνει ώρες συνεχούς εκπαίδευσης σε αυτό. Το αποτέλεσμα είναι η ετοιμότητα να γίνεται βίωμα ζωής, είτε βρίσκεται εντός, είτε εκτός εργασίας, με αποτέλεσμα ο οργανισμός του να δυσκολεύεται να χαλαρώσει πραγματικά, ακόμα και όταν βρίσκεται στο σπίτι του.
β. Επιφυλακές
Η επιφυλακή για το πυροσβεστικό προσωπικό μπορεί να είναι είτε στο σπίτι είτε στον πυροσβεστικό σταθμό και διατάζεται είτε σε περιπτώσεις συμβάντων που απαιτούν ενισχύσεις είτε σε περιπτώσεις που απλά απαιτείται ένας υψηλός βαθμός ετοιμότητας, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη συμβάντων, σε συνθήκες υψηλού κινδύνου πυρκαγιών, ιδίως τη θερινή περίοδο. Το φαινόμενο των επιφυλακών είναι αρκετά συχνό, ιδιαίτερα τη θερινή περίοδο, όχι μόνο λόγω της πληθώρας των συμβάντων, αλλά και λόγω της υπάρχουσας έλλειψης προσωπικού. Είναι μια ιδιαίτερα στρεσογόνα κατάσταση, ακόμα και αν δεν απαιτηθεί, τελικά, η επέμβαση στο συμβάν.
γ. Βάρδιες και εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας
Μια από τις ιδιαιτερότητες του πυροσβεστικού επαγγέλματος είναι και η εργασία σε κυλιόμενες βάρδιες. ‘Έρευνες έχουν βρει ότι η εργασία σε βάρδια αποτελεί έναν από τους πιο συνήθεις στρεσσογόνους παράγοντες και επηρεάζει τον οργανισμό σωματικά, πνευματικά και κοινωνικά. Η εναλλαγή των διαστημάτων ημέρας και νύχτας, κατά τα οποία διεξάγεται η εργασία, έχουν σωματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις στο άτομο. Ο άνθρωπος έχει έμφυτο σύστημα καθορισμού των κύκλων ύπνου – εγρήγορσης. Ο κύκλοι αυτοί ονομάζονται κιρκάδιοι κύκλοι και σχετίζονται με την ορμόνη μελατονίνη της οποίας η έκκριση διαταράσσεται από τον τεχνητό φωτισμό. Οι εργαζόμενοι σε βάρδιες, παρουσιάζουν απώλεια ύπνου, διότι η διαταραχή των κιρκάδιων ρυθμών τους προκαλεί δυσκολία να κοιμηθούν την ημέρα, κοιμούνται σε ακατάλληλους χρόνους, παρουσιάζουν μειωμένη επαγρύπνηση και αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων.
Οι αλλαγές στη βάρδια επιδρούν και στη θερμοκρασία του αίματος, στο ρυθμό μεταβολισμού, στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και στη νοητική απόδοση. Από μελέτες που έχουν γίνει, έχει αποδειχθεί ότι άτομα που εργάζονται σε βάρδιες παρουσιάζουν περισσότερα προβλήματα αλκοολισμού, έλκους και έχουν χαμηλότερο δείκτη ικανοποίησης από την προσωπική τους ζωή, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζουν περισσότερα ψυχιατρικά και κοινωνικά προβλήματα. Επιπλέον, μεγαλύτερα προβλήματα σωματικής και ψυχολογικής υγείας έχουν παρατηρηθεί σε όσους εργάζονται σε κυλιόμενη βάρδια απ’ ότι σε αυτούς που εργάζονται σε σταθερή βάρδια [Arnold et all. , 1998).
Στο Πυροσβεστικό Σώμα οι εργαζόμενοι εργάζονται σε κυλιόμενες βάρδιες εφαρμόζοντας την εργασία των έξι συνεχόμενων ημερών. Για τον υπερβολικό φόρτο εργασίας επίσης έχει αποδειχθεί ότι άτομα που εργάζονται πάνω από 48 ώρες την εβδομάδα έχουν τις διπλάσιες πιθανότητες για στεφανιαία νόσο και καρδιακή προσβολή από αυτούς που εργάζονται έως 40 ώρες το πολύ αντίστοιχα.
Στην έννοια του φόρτου εργασίας περιλαμβάνεται και η περίπτωση που ανατίθεται στον εργαζόμενο, μέσα στο προβλεπόμενο ωράριο, ποσότητα ή ποιότητα εργασίας που αδυνατεί να φέρει εις πέρας. Και στην περίπτωση αυτή υπάρχουν ανάλογες επιπτώσεις, όπως, τέλος, και στον υπο-φόρτο εργασίας, όταν ακολουθείται από ακανόνιστες περιόδους έντασης, όπως συμβαίνει και στα επαγγέλματα που υπάρχουν ώρες ανίας και ξαφνικά καλούνται να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα στρεσσογόνες καταστάσεις.
δ. Κίνδυνος και ρίσκο
Απαιτεί άμεση ανταπόκριση στο συμβάν, αυξημένα επίπεδα αδρεναλίνης, αναπνευστικές αλλαγές ένταση μυών. Ο κίνδυνος και το ρίσκο ελλοχεύουν σε όλα τα συμβάντα, από το πιο απλό μέχρι το πιο δύσκολο. Κάθε συμβάν έχει δυναμικό χαρακτήρα. Έτσι, ο κίνδυνος και το ρίσκο είναι συνυφασμένα με την επέμβαση σε κάθε είδους συμβάν.
ε. Σωματικές βλάβες στην υγεία
Η εργασία των πυροσβεστών λαμβάνει χώρα σε περιβάλλον με ιδιαίτερα επιβλαβείς συνθήκες που καταπονούν εξαιρετικά το σώμα. Ο κίνδυνος ατυχήματος είναι ιδιαίτερα αυξημένος, λόγω της χρήσης βαρέων μηχανημάτων και συστημάτων διάσωσης και μεταφοράς εξοπλισμού, επεμβάσεων και επικίνδυνων διεισδύσεων σε ιδιαίτερα στενούς χώρους, εκθέσεις σε υψηλές θερμοκρασίες και καπνούς.
Οι πυροσβέστες εκτίθενται σε πολλά προϊόντα καύσης, καπνό, αέρια, τοξικά και χημικά. Χημικές ουσίες που εκλύονται στον τόπο της πυρκαγιάς μπορεί να είναι μονοξείδιο του άνθρακα, βενζόλιο, υδροχλώριο, διοξείδιο του αζώτου, ισοκυανικά άλατα και ακρολεΐνη. Η χημική σύνθεση του καπνού των δασικών πυρκαγιών και των πυρκαγιών χωματερών μπορεί να συνδεθεί τόσο με επιπτώσεις στην υγεία των εκτεθειμένων σε αυτόν, όσο και στο περιβάλλον ή τις κρίσιμες υποδομές.
Συχνή, επίσης, μπορεί να είναι η έκθεση σε βαρέα μέταλλα, όπως μόλυβδος, αντιμόνιο, κάδμιο, καθώς και σε υποπροϊόντα καύσης, πολυαρωματικές φορμαλδεΰδες υδρογονανθράκων, μεταλλεύματα, όπως ο αμίαντος και τα άλατα πυριτίου. Όλες οι παραπάνω χημικές ουσίες επιβαρύνουν τον οργανισμό και μπορούν να συσχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το μηχανισμό
της καρκινογένεσης. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι ο κάθε πυροσβέστης θα εμφανίσει καρκίνο. Αλλώστε, ο καρκίνος σχετίζεται και με άπλα ψυχοσωματικά συμπτώματα, που σχετίζονται με την εσωστρέφεια του καθενός. Δεν είναι τυχαίο ότι χαρακτηρίζεται η ασθένεια της εσωστρέφειας και ότι ουδείς νοσηλευόμενος σε Ψυχιατρικό Νοσοκομείο, νόσησε ποτέ από καρκίνο.
Ανάλογα με τις εκλυόμενες ουσίες, άλλες μπορεί να είναι ερεθιστικές έως ισχυρά ερεθιστικές για το αναπνευστικό σύστημα ή τα μάτια, άλλες μπορεί να είναι καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή και τερατογόνες [Σταθερόπουλος κ.α., 2008]. Κάποιες από τις ασθένειες των οφθαλμών που σχετίζεται με το επάγγελμα του πυροσβέστη είναι η επιπεφυκίτιδα, κυρίως χημικού τύπου, και τα περιστατικά τραυματικών κερατοπαθειών από αλλότρια σώματα (λόγω καπνού, αιωρούμενων σωματιδίων κ.λ.π.]. Ο τρόπος ζωής των πυροσβεστών επηρεάζει την αναπνευστική τους λειτουργία. Έρευνες έχουν δείξει ότι α] οι πυροσβέστες εμφανίζουν χρόνια συμπτώματα από το ανώτερο και το κατώτερο αναπνευστικό, β) μετά από επιχειρήσεις κατάσβεσης μπορεί να εμφανιστούν οξέα συμπτώματα, γ) η αναφορά χρόνιων συμπτωμάτων είναι μεγαλύτερη όταν αυξάνει ο αριθμός των επιχειρήσεων που συμμετέχουν, δ) η αναφορά οξέων συμπτωμάτων αυξάνει όσο μεγαλύτερη διάρκεια έχει το τελευταίο συμβάν και όσο πιο πρόσφατο είναι (Κώττης κ.α, 2008).
Επίσης ο τρόπος ζωής εκτός υπηρεσίας επηρεάζει την απόδοση και τη φυσική κατάσταση εντός της υπηρεσίας. Πυροσβέστης που ακολουθεί έναν αδρανή τρόπο ζωής και υπερβαίνει κάποια επίπεδα μυϊκής μάζας, φτάνοντας τα όρια της παχυσαρκίας, παρουσιάζει μεγαλύτερο κίνδυνο δυσχέρειας της καρδιακής λειτουργίας, μείωσης της αντοχής, επιρρέπεια σε ατυχήματα και αύξηση κινδύνου ορθοπεδικών ή άλλων ιατρικών προβλημάτων [Δ/νση Υγειονομικού [επιμ.], 2003].
Μια από τις πιο συχνές αιτίες θανάτου των πυροσβεστών, εν ώρα εργασίας, είναι η στεφανιαία νόσος, σε ποσοστό που αγγίζει το 40 – 50%. Η ηλικία παίζει σημαντικό ρόλο και αποτελεί παράγοντα κινδύνου. ‘Αλλες αιτίες θανάτου είναι τα δυστυχήματα, τραύματα, εγκαύματα, εισπνοή καπνού (Σωτηριάδης, 2008]. Από στατιστικά στοιχεία που προέρχονται από τον Διεθνή Οργανισμό Πυροσβεστών (International Association of Fire Fighters) παρουσιάζονται 1.369 θάνατοι παγκοσμίων την περίοδο από το 1970 μέχρι και το 1994. Τα αίτια των θανάτων οφείλονται κατά φθίνουσα ποσοστιαία σειρά σε καρδιακές προσβολές, ασφυξίες, εγκαύματα γ’ βαθμού, εσωτερικά τραύματα, επιπλεγμένα κατάγματα, εγκεφαλικές συμφορήσεις και ηλεκτροπληξία. Ποσοστό 50%
των θανάτων συνέβη στον τόπο του συμβάντος, ενώ το 25% κατά την επιστροφή από αυτό ή κατά τη διάρκεια του συναγερμού (Χάλαρης 2003: 29). Στην Ελλάδα από το 1998 -χρονολογία ανάληψης της δασοπυρόσβεσης από το Π.Σ. και μετά, παρατηρήθηκε απότομη αύξηση των εγκαυμάτων. Επίσης, από το 1975 μέχρι το 2000, έχουν χαθεί είκοσι ένας έλληνες πυροσβέστες, έκ των οποίων οι έντεκα από το 1998 έως το 2000 (Χάλαρης, 2003:29-30).
στ. Ψευδείς αναγγελίες
Οι ψεύτικοι συναγερμοί είναι ένα σύνηθες φαινόμενο στην πυροσβεστική ζωή. Και ενώ το πνεύμα αντιλαμβάνεται άμεσα με την άφιξη στον τόπο του συμβάντος την ψευδή αναγγελία, το σώμα ωστόσο απαιτεί περισσότερο χρόνο για να επιστρέψει ξανά σε ένα επίπεδο ομοιόστασης ή αλλιώς σε ένα επίπεδο εσωτερικής ισορροπίας.
ζ. Ομαδική εργασία
Ο πυροσβέστης από την πρώτη στιγμή, εκπαιδεύεται σε ομάδες και εργάζεται σε ομάδες. Στον Πυροσβεστικό Σταθμό ζει, τρώει, κοιμάται σε ομάδες. Ποτέ δεν πηγαίνει σε συμβάν μόνος του. Βασίζεται στο συνάδελφο που έχει δίπλα του, στις δυνάμεις, στις γνώσεις στη διάθεση που ο άλλος έχει και στις σχέσεις που διατηρεί μαζί του. Οι σχέσεις μεταξύ των συναδέλφων είναι ένας βασικός παράγοντας απόδοσης την ώρα του καθήκοντος, θα πρέπει να γνωρίζει ποιόν έχει δίπλα του, μέχρι ποιο σημείο μπορεί να βασιστεί σε αυτόν, αν έχει ιδιαιτερότητες και ποιες κ.ο.κ. Γίνεται επομένως εύκολα αντιληπτό ότι οποιαδήποτε διαταραχή μεταξύ των συναδελφικών σχέσεων των πυροσβεστών έχει άμεσο αντίκτυπο τόσο στην προσωπική όσο και στην εργασιακή του κατάσταση και αποτελεί βασικό παράγοντα δημιουργίας στρες.
η. Η οικογένεια του πυροσβέστη
Η οικογένεια του πυροσβέστη αποτελεί το «αόρατο μέλος του πληρώματος»
«Όταν προσλαμβάνεται κάποιος στο Πυροσβεστικό Σώμα, δεν γίνεται πυροσβέστης μόνο ο ίδιος αλλά και ολόκληρη η οικογένεια του» (Antonellis, 2005:25). Αυτό βασίζεται στο γεγονός ότι είναι τέτοια η φύση της εργασίας του πυροσβέστη, ώστε αναγκάζεται να λείπει πολλές, απρόβλεπτες και ακανόνιστες ώρες
από το σπίτι και την οικογένεια του. Αυτό πολλές φορές έχει δυσάρεστα αποτελέσματα 1. Η παραπάνω εργασία στο συμβάν, οι έκτακτες επιφυλακές η ανάκληση των ρεπό και των αδειών οποιαδήποτε χρονική στιγμή του έτους, μπορεί «εν μέρει» να δικαιολογηθούν και να γίνουν κατανοητά στην/ στον σύζυγο, πώς, όμως, να δικαιολογηθούν στα παιδιά, όταν ξαφνικά, είτε εν όψει διακοπών είτε όχι, αντιλαμβάνονται ότι ένας από τους γονείς τους δεν θα είναι δίπλα τους; Η έλλειψη προσωπικού ή η εκδήλωση έκτακτου συμβάντος δεν είναι ικανές και λογικές δικαιολογίες για να τους στερήσουν το γονιό τους. Και αν οι ανακλήσεις αδειών είναι κάτι, που, όπως αποδεικνύουν τα τελευταία χρόνια, τείνει να γίνεται συχνότερα, έως και ανά διετία. [2000,2007,2009), οι επιφυλακές είναι κάτι τόσο σύνηθες πια, χειμώνα και καλοκαίρι, που έχει γίνει αποδεκτό στην καθημερινότητα του πυροσβέστη, με κόστος συναισθηματικό, προσωπικό και οικογενειακό, οικονομικό και πάντοτε ακάλυπτο.
Έτσι, λοιπόν, η έγγαμη ζωή με έναν/ μία πυροσβέστη/ τρία, όσο κι αν οι σύζυγοι δύνανται να συμπαραστέκονται, μπορεί να ξεπεράσει τα όρια της κατανόησης και να προκαλέσει πίεση και προβλήματα. Οι συνήθεις κοινωνικές επιταγές απαιτούν ένα ωράριο προσαρμοσμένο σε αυτό του/της συζύγου, σταθερό, με σαββατοκύριακα και αργίες ελεύθερες, με συμμετοχή σε εκδηλώσεις που συμμετέχουν τα παιδιά και άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις, με βοήθεια στο σπίτι κ.ο.κ. Δεν είναι τυχαίο ότι, στις ΗΠΑ, το ποσοστό διαζυγίων στους πυροσβέστες, είναι τριπλάσιο από ό,τι στις άλλες κατηγορίες πληθυσμού. Αιτία των διαζυγίων είναι η έλλειψη επικοινωνίας με τους/ τις συντρόφους τους. «Ο πυροσβέστης δεν μπορεί να εξωτερικεύσει την πίεση του, όπως δεν μπορεί να βγάλει και τη στολή του, και, έτσι, γίνεται πιο σκληρος με την οικογένεια του, πιο άκαμπτος και δογματικός στη συμπεριφορά του», παρατηρεί ένας από τους ερευνητές που έχουν ασχοληθεί με την πίεση που υφίστανται οι πυροσβέστες στο χώρο της εργασίας τους (Καζάνη, 2003:37).
Επιπλέον οι εικόνες και σκηνές που παρουσιάζονται, χωρίς ιδιαίτερο κόστος, στην τηλεόραση επιμηκύνουν την αγωνία και την ανησυχία της οικογένειας, όταν γνωρίζει ότι ένας δικός της άνθρωπος βρίσκεται στο καθήκον και κινδυνεύει. Το αποτέλεσμα είναι η οικογένεια του πυροσβέστη να βιώνει παρόμοιες συνθήκες στρες και άγχους, ενδεχομένως και μεγαλύτερες λόγω της προβολής τους από τα ΜΜΕ με τέτοιο τρόπο ώστε να αυξάνει την τηλεθέαση αλλά και την ταραχή και αγωνία των πυροσβεστικών οικογενειών.
Για το λόγο αυτό, πολλές φορές στο εξωτερικό, υπάρχει μέριμνα για τις οικογένειες των πυροσβεστών, που λειτουργεί τόσο σε επίπεδο πρόληψης -ενημέρωση και ψυχολογική προετοιμασία της οικογένειας για τις συνθήκες του πυροσβεστικού επαγγέλματος και πώς μπορεί να επηρεάσει το οικογενειακό περιβάλλον- όσο και σε επίπεδο αντιμετώπισης κατά τη διάρκεια του συμβάντος -ενημέρωση, παροχή πληροφορίας και ψυχολογική υποστήριξη στις οικογένειες κατά την ώρα του συμβάντος για το που βρίσκεται το πυροσβεστικό μέλος της οικογένειας.
Όπως και να έχει, όταν η εργασιακή ζωή προκαλεί ανισορροπία στην οικογενειακή ζωή, αυτό με τη σειρά του έχει αντίχτυπο εκ νέου στην εργασία του πυροσβέστη, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που προκαλεί επιπρόσθετο, στο ήδη υφιστάμενο, στρες.
1. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο του συναδέλφου Γ. Σουλιώτη στο περιοδικό Πυροσβεστικό Γίγνεσθαι: «Δεν πάει πολύς καιρός που μαζί με συνάδελφο είπαμε να πιούμε παρέα έναν καφέ. Ο συνάδελφος μόλις είχε αρχίσει να μου εκμυστηρεύεται κάποια προβλήματα στο σπίτι λόγω της δουλειάς και του άστατου ωραρίου που προκύπτει κάθε καλοκαίρι, με κάθε επιφυλακή. Στην τέταρτη γουλιά καφέ χτύπησε το κινητό του. Τον άκουσα να ψελλίζει ένα «ωχ» και να ετοιμάζεται να πληρώσει. Σε λίγο, άκουσα τον ήχο από το δικό μου κινητό και το ίδιο μήνυμα. Έπρεπε να μπούμε στο σταθμό γιατί ξέσπασε φωτιά στο δάσος του Υμηττού. Η φράση του λίγο πριν ξεκινήσουμε άρον – άρον για το καθήκον έχει χαραχθεί στη μνήμη μου:
«Η γυναίκα μου είναι στη δουλειά και έπρεπε να πάρω τα παιδιά από το σχολείο. Εάν την πάρω και της πω τι συμβαίνει θα πρέπει να ζητήσει άδεια και να τρέξει να βρει ταξί για να προλάβει τα παιδιά. Και βεβαίως, δεν ξέρει πότε θα με ξαναδεί. Αυτό συμβαίνει κάθε τρείς και λίγο. Πόσο νομίζεις ότι θα κρατήσει αυτό;» [,..]»(Σουλιώτης, 2006:30).
Πηγη: cna.gr