Τρία δευτερόλεπτα! Τόσο βαστά το σάστισμα, μέχρι να ξεκινήσουν τις βασικές τους ενέργειες οι πανταχού παρόντες Πυροσβέστες.
Ακόμη μια στροφή και θα πέσουμε πάνω του. Πάλι εκεί. Ξανά μετά τις γραμμές του τραμ. Εκεί περιμένει συνέχεια κάποιος, απ’ αλλού φερμένος, να τρυγήσει τον ανθρώπινο μούστο. Ο δρόμος φταίει; Το αλκοόλ φταίει; Η βροχή φταίει; Ο Θεός φταίει; Ή τελικά ο άνθρωπος και μόνο; Μια στροφή ακόμη και θα πέσουμε πάνω του…
Τι θα κάνουμε; Λύσεις χιλιάδες στριφογυρνούν στο νου και φωνάζουν καθεμιά να υποστηρίξει την ορθότητά της. Τρία δευτερόλεπτα. Τόσο βαστά η χειραγώγηση του σαστίσματος. Τόσο μέχρι όλα να ξεκαθαρίσουν και, μηχανικά θαρρείς, να ξεκινήσουν οι βασικές ενέργειες. Έλεγχος, σταθεροποίηση, ξεχνάω κάτι; Ξεχνάω κάτι; Πονάω! Κρύσταλλο η σκέψη κι ας παλεύει ο ήχος να κυριαρχήσει πάνω στη λογική σου, Πονάω! Το ξέρω. Γι’ αυτό είμαι εδώ, γιατί πονάς. Τώρα με θέλεις. Ποτέ άλλοτε. Η τώρα ή ποτέ. Πονάω! Δυο πόντοι αρκούν. Ο αυχένας σταθερός, η σπονδυλική στήλη ευθεία και σταθερή. Δυο πόντοι αρκούν για να βγει. Με το τρία, σταθερά…
Πονάω, ξέπνοα πια, σαν χωρίς ελπίδα. Κι όμως τώρα διαβαίνεις τον ασφαλέστερο των δρόμων. Τον σωστό. Αυτόν που σ’ έβαλα. Μέχρι τον επόμενο άγγελο, μέχρι τον παράδεισο. Τον αληθινό, αυτόν που μυρίζει γάζες, αποστειρωτικά και φάρμακο. Όχι τον άλλο που σαν πολιτική υπόσχεση, υπάρχει για ελπίδα και μάντρωμα. Ψιθυρίζω… «Σώθηκες, μην ανησυχείς για τίποτε, θα γίνεις καλά. Μόνο κάνε κουράγιο. Μόνο κάνε κουράγιο»…Χαμογελάς… Όλες οι ρυτίδες πίσω από τις μελανιές και το πρήξιμο έφυγαν. Τώρα πια ξέρεις. Τώρα πια οπλίστηκες. Οι λέξεις, ο τόνος, η ζέση της φωνής; Η αποφασιστικότητά της; Δε ξέρω και δε με νοιάζει να μάθω. Σε στύλωσε, σε γέμισε. Κλειστά τα μάτια και βγαίνει ψίθυρος. Ξάφνου όλα καταρρέουν…. «Ευχαριστώ, ευχαριστώ», με φωνή που δεν ακούγεται αλλά νιώθεται. Έτοιμος να σπάσω. Έτοιμος να πέσω. Κρατιέμαι από μια κλωστή μέχρι να σε πάρουν. Κοιτάζω τις μπότες μου σαν σανίδα σωτηρίας. Και μένει η άμορφη μάζα του παραλίγο κινητού τάφου με τη μυρωδιά από το ξεραμένο αίμα. Ξέρω ότι έγινε. Ξέρω ότι σε λίγο όλα θα είναι όπως πριν. Λίγες πιστολιές με την υψηλή, λίγο πριονίδι κι όλα καλά. Μέχρι το επόμενο «πονάω». Μέχρι το επόμενο «ευχαριστώ», είτε σε μένα, είτε στο Θεό…
«Καλά ρε Γρηγόρη από τι είστε φτιαγμένοι; Δεν είστε άνθρωποι εσείς;»
«Δεν είμαστε άνθρωποι, είμαστε Πυροσβέστες…»
Αφιερωμένο σε όλους του Πυροσβέστες που τιμούν το κράνος και τα χιαστί τσεκούρια… Θαρσείν σώζειν…